Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011

O Έλληνας που... γοήτευσε τον Αϊνστάιν


«Εάν θέλεις να φτάσεις έως το άπειρο, γνώρισε το πεπερασμένο σε όλες τις εκφράσεις του» Κωνσταντίνος Καραθεοδωρής


Του Δημήτρη Νίκογλου

Τα μαθηματικά αποτελούν πεδίο έντονων συναισθημάτων με διαφορετική αντιμετώπιση από τον κάθε ενασχολούμενο με αυτά. Οι περισσότεροι τα αντιμετωπίζουν ως μία επίπονη διαδικασία που είναι υποχρεωμένοι να υποστούν ώστε να προάγουν τη μόρφωσή τους. Άλλοι, λιγότεροι συνήθως, αποκτούν μια ιδιαίτερη σχέση με το αντικείμενο που τους δίδει απίστευτα ερεθίσματα για την ανάπτυξη αλλά και την κατανόησή τους. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι η μαθηματική διανόηση εφαρμόζεται καθημερινά σε πάμπολλες πτυχές της ζωής με τους περισσότερους να αγνοούν την ύπαρξη αλλά και τη χρησιμότητά τους.
Ένας από τους ανθρώπους που γοητεύτηκε από την ύπαρξή τους αλλά και γοήτευσε με την προσφορά του στην επιστήμη, είναι ο Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή. Ο άνθρωπος που γοήτευσε τον Αϊνστάιν, που συνεργάστηκε με πολύ μεγάλους μαθηματικούς της εποχής του, που δημιούργησε δικό του θεώρημα, που αποτέλεσε ένας από τους μεγαλύτερους θετικούς επιστήμονες του 20ου αιώνα, γεννήθηκε σαν σήμερα πριν από 133 χρόνια.

O Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή, ένας από τους ταγούς της μαθηματικής επιστήμης και της θεωρητικής φυσικής ανά την υφήλιο στον 20ό αιώνα, αποτελεί πρόσωπο- ορόσημο για την ελληνική επιστημονική κοινότητα. Γεννήθηκε στο Βερολίνο στις 13 Σεπτεμβρίου του 1873 όπου ο πατέρας του είναι πρεσβευτής της τότε Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι γονείς του ήταν Έλληνες. O πατέρας του, Στέφανος Καραθεοδωρή, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και σπούδασε νομικά, ήταν γόνος της μεγάλης οικογένειας των Καραθεοδωρή. Ο Στέφανος Καραθεοδωρή, αφού αντιπροσώπευε πολλές φορές την Οθωμανική Αυτοκρατορία, εισήλθε τελικά στη διπλωματική υπηρεσία της Υψηλής Πύλης ως γραμματέας και αργότερα ως πρεσβευτής της στις Βρυξέλλες, στην Πετρούπολη και στο Βερολίνο. Η μητέρα του ονομαζόταν Δέσποινα Πετροκοκκίνου και καταγόταν από τη Χίο. Όλη η οικογένεια των Καραθεοδωρή καταγόταν από το Βοσνοχώρι, προάστιο της Ανδριανούπολης στη σημερινή Ανατολική Θράκη. Οι κάτοικοι του Βοσνοχωρίου μετά τη μικρασιατική καταστροφή, εγκαταστάθηκαν στο Αχυροχώρι, το οποίο μετονομάστηκε σε Νέα Βύσσα.
Ο Κωνσταντίνος μεγάλωσε σε ένα αριστοκρατικό περιβάλλον. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στις Βρυξέλλες, όπου ο πατέρας του ήταν πρεσβευτής από το 1875. Μιλούσε Ελληνικά και Γαλλικά σαν μητρικές του γλώσσες. Το 1879 χάνει τη μητέρα του με αποτέλεσμα η ανατροφή του να αναληφθεί εξ' ολοκλήρου από τη γιαγιά του, Ευθαλία Πετροκοκκίνου.
Φοιτά στη Σχολή της Ριβιέρας και του Σαν Ρέμο. Στο γυμνάσιο των Βρυξελλών, από όπου αποφοιτά, αισθάνεται την αμεσότητα με τη γεωμετρία δείχνοντας από τότε ότι η σχέση του με τα μαθηματικά θα είναι δια βίου.
Ένας διαγωνισμός μαθηματικών έμελλε να είναι η απαρχή της απέραντης «διαδρομής» του, μέσα στον κόσμο των μαθηματικών και των ασυνεχών διαφορικών εξισώσεων. Και στα δύο χρόνια που έλαβε μέρος στο διαγωνισμό κατέλαβε την πρώτη θέση. Τη δεύτερη χρονιά μάλιστα δεν απονεμήθηκε άλλο βραβείο πέρα από το δικό του, καθώς τέθηκε προς λύσιν ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα που μόνος αυτός κατάφερε να λύσει.
Όνειρό του, η ενασχόληση με τα μαθηματικά. Ο πατέρας του θεωρεί τη μαθηματική επιστήμη «επάγγελμα χωρίς μέλλον». Δεν τον αφήνει να σπουδάσει την αγαπημένη του επιστήμη και ο Κωνσταντίνος, ακολουθώντας την πατρική προτροπή, εγγράφεται (1891) στη Στρατιωτική Σχολή του Βελγίου (Ecole Militaire de Belgique), από την οποία αποφοιτά ως αξιωματικός του Μηχανικού.
Τον Ιούλιο του 1895 δέχεται την πρόσκληση του θείου του, Αλεξάνδρου Στεφάνου Καραθεοδωρή, ο οποίος ήταν γενικός διοικητής της Κρήτης, και τον επισκέπτεται στα Χανιά. Εκεί θα γνωρίσει τον Ελευθέριο Βενιζέλο, μια γνωριμία που θα καταλήξει σε μια επιστήθια και μακρόχρονη φιλία.
Το φθινόπωρο του 1898 μεταβαίνει στην Αίγυπτο καθώς είχε προσληφθεί ως βοηθός μηχανικός, από τη Βρετανική εταιρεία που κατασκεύαζε τα φράγματα του Ασουάν και του Ασιούτ. Ο ελεύθερός του χρόνος αφιερωνόταν στη μελέτη επιφανών μαθηματικών όπως ο C. Jordan και ο Salmon-Fiedler. Την εποχή αυτή δημοσιεύει και την πρώτη εργασία του στα ελληνικά με τίτλο «Η Αίγυπτος» ενώ παράλληλα μελετούσε την κατασκευή των πυραμίδων.
Έτσι, λοιπόν το 1900 πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει το επάγγελμα του μηχανικού και να αφοσιωθεί στα αγαπημένα του μαθηματικά. Το μόνο που απέμενε ήταν η επιλογή του πανεπιστημίου. Καταληκτική επιλογή ήταν το Πανεπιστήμιο του Βερολίνου όπου εγγράφηκε σε ηλικία 27 ετών. Εκεί δίδασκαν μερικοί από τους καλύτερους μαθηματικούς της εποχής, όπως ο Σβαρτς (Schwarz) και ο Φρομπένιους (Frobenius). Μετά από λίγο καιρό συμμετείχε στο σεμινάριο του Schwarz, όπου γνώρισε τον Σμιτ (Schmidt) με τον οποίο συνδέθηκε σε όλη του τη ζωή. Το 1902, παρακινούμενος από τον Schmidt μεταγράφηκε στο Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν, όπου δίδασκαν τρεις μεγάλοι της μαθηματικής επιστήμης, ο Κλάιν (Klein), ο Χίλμπερτ και ο Μινκόφσκι.
kathimerini.gr